Η συνάντηση
Σενάριο
Σύνοψη
Ένας άντρας κάποια βροχερή νύχτα μπαίνει σ’ ένα μπαρ και κάθεται για ένα ποτό. Ο χώρος είναι μισοάδειος. Ο μπάρμαν, είναι ένας μάλλον σκοτεινός τύπος, που ασχολείται συνεχώς με σταυρόλεξα και μονολογει ακατάπαυστα, σαν να σκέπτεται φωναχτά τις πιθανές λύσεις, ίσως και όχι: μπορεί να λέει μία σολομωνική, εξορκισμούς και τα παρόμοια. Εκτός από τον άντρα, στην μπάρα πίνει ένας ξερακιανός ηλικιωμένος, με περίεργα μοναχική συμπεριφορά. Αυτός, σε κάποιο διάλειμμα της βύθισής του, θα προσπαθήσει να δείξει στον νεοφερμένο κάτι φθαρμένες φωτογραφίες, που εικονίζουν ένα αδιόρατο πρόσωπο και μία τελετή. Ο τελευταίος, όμως, αδιαφορεί, γιατί είναι απασχολημένος με το να κοιτάζει συνεχώς κάποιον που κάθεται μισοκρυμένος στο ημίφως σε ένα σεπαρέ κάπως μακριά, στο βάθος της αίθουσας, και φαίνεται ότι τον έχει αντιληφθεί χωρίς να φανερώνεται. Το θέαμα του άλλου, του μυστηριώδους θαμώνα, ταράζει τον άντρα, ο οποίος αφοσιώνεται από εκεί και πέρα στη μισοσκότεινη γωνιά του άλλου. Από τη φωνή off, που παρεμβάλεται σε δυο –τρία σημεία της αφήγησης, διαβάζοντας αποσπάσματα από τα διηγήματα στα οποία είναι βασισμένο το σενάριο, βεβαιωνόμαστε για την ταραχή του άντρα, του θορυβημένου υπερβολικά από την απρόσμενη παρουσία εκεί του θαμώνα, κάποιου, προφανώς, γνώριμου του άντρα: φίλου, εχθρού, θύματος ή θύτη; Αυτό δεν θα διευκρινισθεί απόλυτα ούτε στο φινάλε. Η αναστάτωση τού τελευταίου, βέβαια, οφείλεται στο γεγονός ότι ανάμεσα σ’ αυτόν και στον απέναντι υπάρχουν «εκκρεμμότητες», για τις οποίες όσες εικόνες ανακαλούνται από τον ήρωα δεν μας διαφωτίζουν επαρκώς. Στα φλας-μπακ που βλέπουμε οι δύο άντρες μοιάζουν να έχουν μία αδιευκρίνιστη σχέση, ένα δεσμό με αλληλοσυγκρουόμενα αισθήματα, μίσους και αγάπης, εξουσιαστικότητας και υποταγής. Οι ρόλοι μέσα σε αυτό το αντιθετικό/συγκρουσιακό πλαίσιο εναλλάσσονται, όπως συμβαίνει, στο βάθος, σε κάθε σχέση. Όσο περνά η ώρα, οι εικόνες και τα αντιφατικά αισθήματα κατακλύζουν τον πρώτο άντρα, ο οποίος δεν τολμά να πλησιάσει τον άλλον. Τί νιώθει; Φόβο, τύψεις, ή αναποφασιστικότητα να ζητήσει το λόγο για κάτι που ο άλλος έπραξε εναντίον του κάποτε; Ο θεατής δεν μπορεί να εισχωρήσει στη συνείδηση του ήρωα. Ούτε ξέρει σε ποιό βαθμό οι δύο περίεργοι μάρτυρες των στιγμών (ο μπάρμαν και ο ηλικιωμένος θαμώνας)- ένα είδος αόριστων, πολλαπλών συμβόλων- είναι σε θέση να γνωρίζουν και αυτοί με τη σειρά τους περισσότερα για την όλη ιστορία. Ο πρώτος άντρας, πάντως, τελικά δείχνει αποφασισμένος να πλησιάσει τον άλλον...